Πέμπτη 22 Ιουνίου 2017

Ο ρόλος των σχολικών συμβούλων στην επόμενη μέρα



 








Ο ρόλος των σχολικών συμβούλων στην επόμενη μέρα

Με αφορμή τα σοβαρά γεγονότα που διαδραματίστηκαν κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους σε σχολείο του Λαγκαδά (Κολχικό) και τον τρόπο διαχείρισής τους από τη διοίκηση (μιλάμε για τη κεντρική διοίκηση) και τη σχολική σύμβουλο έχουμε να επισημάνουμε τα εξής:

Η διαχείρισή τους δίνει μια εικόνα της επόμενης μέρας, στο πως θα αντιμετωπίζονται εκπαιδευτικοί, μαθητές, γονείς όταν το κράτος και η διοίκηση θα παρεμβαίνουν επιβάλλοντας τη δική τους θέληση και «τάξη» και θα αξιολογούν προκειμένου να προωθήσουν την «αυτόνομη σχολική μονάδα». Θα αντιμετωπίζουν τους εκπαιδευτικούς ως διαμεσολαβητές, τους μαθητές ως πελάτες και τους γονείς να χώνουν βαθιά το χέρι στην τσέπη για να πληρώσουν την αμάθεια  ενός σχολείου κατάρτισης και όχι πραγματικής γνώσης. Η διοίκηση στο ρόλο της πεφωτισμένης δεσποτείας  «πάντα για το καλό μας».
 Η σύμβουλος, στην παρέμβασή της, προσδιόρισε το πρόβλημα που ταλαιπώρησε το σχολείο στο πρόσωπο ενός εκπαιδευτικού και δεν συνεργάστηκε καθόλου με τα συλλογικά όργανα του σχολείου. Αγνόησε επιδεικτικά τον σύλλογο καθηγητών και προτίμησε να συνομιλεί με «αγανακτισμένους» γονείς, αντί του Συλλόγου γονέων, συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο στην κλιμάκωση της σύγκρουσης. Τα προβλήματα των σχολείων τα γνωρίζουν καλύτερα απ’ όλους οι ίδιοι οι σύλλογοι εκπαιδευτικών. Τη μόνη φορά που βρέθηκε η σύμβουλος με το σύλλογο εκπαιδευτικών ήταν την ημέρα αποχής των μαθητών. Το αρνητικό κλίμα που δημιουργήθηκε στο σχολείο και η στάση της συμβούλου, που απαξίωνε τα συλλογικά όργανα, συνέτειναν ώστε ο εκπαιδευτικός να πιεστεί και τελικά να οδηγηθεί να ζητήσει αλλαγή σχολείου για να αποφορτιστεί η ένταση. Ακόμα κι αν το «πρόβλημα» ήταν ο συνάδελφος, η αποδοχή  αλλαγής σχολείου από τη σύμβουλο σημαίνει  ότι η  παιδαγωγικά υπεύθυνη  θεωρεί λύση να πάει το «πρόβλημα» … σε ένα διπλανό σχολείο!
Το σχολείο έχει τρεις φυσικούς συλλογικούς φορείς (Σύλλογος εκπαιδευτικών, Μαθητικά συμβούλια, Σύλλογος γονέων), που έχουν κοινό σκοπό και αγωνίζονται για τη μόρφωση των παιδιών. Προκειμένου να υπηρετήσουν τον κοινό τους σκοπό οφείλουν να βρίσκονται σε μόνιμη συνεργασία με τα θεσμοθετημένα όργανα τους  και μπροστά στην ανάγκη να υπερασπίσουν τα μορφωτικά δικαιώματα των παιδιών, δεν πρέπει να διστάζουν να έρχονται  σε σύγκρουση με το κράτος και τη διοίκηση,  οργανώνοντας  εκπαιδευτικό μέτωπο απέναντι στις αντιδραστικές αλλαγές στην εκπαίδευση και προβάλλοντας το τι σχολείο έχουν ανάγκη τα παιδιά σήμερα.
Το εκπαιδευτικό κίνημα κατέκτησε για το σύλλογο καθηγητών διακριτό ρόλο στην αντιμετώπιση προβλημάτων παιδαγωγικής φύσης, αλλά και του προγραμματισμού λειτουργίας του σχολείου. Ρόλο που  εδώ και καιρό βρίσκεται στο στόχαστρο με το καθηκοντολόγιο, το «νέο» σχολείο κλπ.
Η σύμβουλος, όμως, θεώρησε ότι δεν είναι απαραίτητη  η συνεργασία με το σύλλογο  κι αντιμετώπισε το ζήτημα έξω και πέρα από τη φιλοσοφία παιδαγωγικής συνεργασίας των φυσικών φορέων του σχολείου.
Η θεσμοθετημένη θέση της δεν της δίνει το δικαίωμα να αγνοεί συλλογικά όργανα, επίσης θεσμοθετημένα, που μάλιστα γνωρίζουν πολύ καλύτερα από οποιοδήποτε το τι συμβαίνει στο σχολείο και να λειτουργεί ως υπερόργανο που καταργεί όλα τα υπόλοιπα όργανα του σχολείου. Δεν της επιτρέπεται και για έναν επιπλέον λόγο. Ότι είναι εκπρόσωπος μιας διοίκησης και ενός κράτους που έχει συσσωρεύσει τεράστια προβλήματα στην εκπαίδευση και τους εκπαιδευτικούς, που η διαχείρισή τους πολλές φορές οδηγεί τους εκπαιδευτικούς αντί να αφιερώνονται στο εκπαιδευτικό τους έργο, να γίνονται απλώς παιδοφύλακες και να μην μπορούν να διαθέτουν τον απαραίτητο χρόνο για παιδαγωγική επαφή  και βοήθεια στα παιδιά. Στην ουσία να προσπαθούν να ανατάξουν τη συνείδηση των παιδιών προκειμένου να βοηθήσουν στην μόρφωσή τους. Η κρίση του εκπαιδευτικού συστήματος και η κρίση γενικότερα που βιώνουμε έχει από πίσω της υπεύθυνη  μια ολόκληρη  πολιτική, για την οποία δεν γίνεται καμιά κουβέντα. Η πολιτική αυτή έχει άμεσες αρνητικές επιπτώσεις και στους μαθητές και στις οικογένειές τους  (άνεργοι γονείς, λιποθυμίες λόγω ασιτίας, εντάσεις στην οικογένεια κλπ.)  και στους εκπαιδευτικούς, που καλούνται να διαχειριστούν τις συνέπειες της κρίσης μέσα στο σχολείο. Η εκπρόσωπος αυτής της πολιτικής γίνεται, αντίθετα, τιμητής των πάντων.
Το τι συμβαίνει πραγματικά στο σχολείο δεν θα μαθευτεί μόνο από συνομιλίες με μεμονωμένα άτομα, ούτε κλείνοντας τα μάτια στο γεγονός ότι μερικοί γονείς  επιχείρησαν  να  φτάσουν στα άκρα,  αλλά από τη βοήθεια  προς όλα τα εμπλεκόμενα μέρη να συνεργαστούν για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα.
Ως εκπαιδευτικοί θεωρούμε ότι προέχουν τα μορφωτικά δικαιώματα των παιδιών τα οποία οφείλουμε να υπηρετούμε και να διαφυλάττουμε όλοι ανεξάρτητα από  το ποιος θίγεται. Η οποιαδήποτε στάση εκπαιδευτικού που δεν είναι παιδαγωγικά σωστή δεν έχει την κάλυψή μας, αλλά αυτό πρέπει να διαπιστώνεται εντός της εκπαιδευτικής κοινότητας, με συνεργασία των συλλογικών οργάνων του σχολείου και με το πνεύμα της αντιμετώπισης που προαναφέραμε.
Στο σχολείο δε χωράει η αντιμετώπιση οποιουδήποτε παράγοντα της εκπαιδευτικής διαδικασίας ως αντιπάλου, που πρέπει να ταπεινωθεί, είτε αυτός είναι μαθητής, είτε εκπαιδευτικός, είτε γονιός. Κανένα πρόβλημα δεν είμαστε διατεθειμένοι να αγνοήσουμε, όμως αντί να ισχυροποιηθούν οι δεσμοί εκπαιδευτικών, γονιών, μαθητών, η σύμβουλος με τη στάση της δημιούργησε  κλίμα αντιπαλότητας.  Αν, κατά την κρίση της συμβούλου, ο σύλλογος καθηγητών δεν επαρκούσε στη λύση του προβλήματος, όφειλε σε συνεργασία με το σύλλογο να θέσει το θέμα και να βοηθήσει (αν μπορούσε) υποδεικνύοντας πιθανές παραλείψεις και αδυναμίες.
Ο υποκειμενισμός στην κρίση ενός γεγονότος αφορά όλους, καθώς ένα άτομο δεν μπορεί να υπερισχύσει συλλογικών οργάνων. Και βέβαια κράτος και διοίκηση αυτό που τους ενδιαφέρει είναι να προωθήσουν την πολιτική τους, που καμιά σχέση δεν έχει με τις μορφωτικές ανάγκες των παιδιών και τα δικαιώματα των εκπαιδευτικών.
Η εκπαίδευση πρέπει να χαρακτηρίζεται από ηρεμία κι αντίστοιχους παιδαγωγικούς ρυθμούς. Όχι από απειλές, ταπεινώσεις κι εξοστρακισμούς, που τελικά δημιουργούν νέα προβλήματα.  Η στάση της συμβούλου «πατάει» πάνω στους νόμους για την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας κι εκπαιδευτικών, ρόλο που πρόθυμα αποδέχτηκαν οι σύμβουλοι και μάλιστα προτρέχουν.
Συνάδελφοι,
το πρόβλημα δεν αφορά μόνο το συγκεκριμένο σχολείο, κάποιους μαθητές, έναν εκπαιδευτικό, κάποιους γονείς. Το πώς αντιμετωπίζεται ένα πρόβλημα μας αφορά όλους. Η αξιολόγηση όπου ο εκπαιδευτικός δεν θα κρίνεται για την επιστημονική του επάρκεια αλλά ως καλός διαμεσολαβητής στο σχολείο που θέλουν μας αφορά όλους.
Η απαξίωση του συλλόγου εκπαιδευτικών αν γενικευτεί μας καθιστά αδύναμες μονάδες και ομήρους μπροστά στις επιβουλές της κάθε διοίκησης.
Καλούμε τους συλλόγους διδασκόντων να απαντήσουν στην πρόκληση να αγνοούνται οι σύλλογοι και να απαιτούν να λαμβάνεται κάθε απόφαση μέσα στα συλλογικά όργανα του σχολείου.
Καλούμε τους συλλόγους να μη πέσουν στην παγίδα της αξιολόγησης.
            Να μη συμμετέχουμε στη διαδικασία γνωμοδότησης για διευθυντές, καθώς αποτελεί αποδοχή του ν. 4369/16  Βερναρδάκη για την αξιολόγηση. Εμείς αξιολογούμε διευθυντές, οι διευθυντές εκπαιδευτικούς κλπ.
Να καταδικάσουμε  συμπεριφορές πρόθυμων.
Η Διοίκηση έχει τεράστιες ευθύνες όσο ανέχεται και δεν καταγγέλλει τέτοιες στάσεις που παραβαίνουν ακόμη και τα θεσμοθετημένα όργανα .


Θεσσαλονίκη 12  Ιουνίου 2017

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.